Το Έθνος

Για τους αστούς που ανέλαβαν την εξουσία στη Γαλλία μετά την ανατροπή της μοναρχίας και του Παλαιού Καθεστώτος, η έννοια του Έθνους ήταν καθαρά πολιτική. Η νέα εξουσία εκφράστηκε διαμέσου του Έθνους και το Έθνος (Nation) δεν ήταν παρά το σύνολο των ανθρώπων που κατοικούσαν μέσα στη γαλλική επικράτεια. Με τον τρόπο αυτό τα συμφέροντα της αστικής τάξης μετατρέπονταν σε συμφέροντα όλων των πολιτών, ανεξάρτητα εάν κοινωνικά ανήκαν ή δεν ανήκαν σε αυτή. Ταυτόχρονα, οι φιλοδοξίες του νέου καθεστώτος – στρατιωτικές και κατακτητικές κυρίως – μπορούσαν άνετα να εξυπηρετηθούν από τις λαϊκές μάζες που «στο όνομα της πατρίδας» όφειλαν να σκοτώνονται αδιαμαρτύρητα στα πεδία των μαχών.

Η ιδέα των Γάλλων αστών τους έδωσε μια τεράστια δυναμική που εκφράστηκε με τους θριάμβους του Ναπολέοντα και την διά του πολέμου «ενοποίηση» μεγάλου μέρους της Ευρώπης. Οι αντίπαλοι της Γαλλίας, για να επιβιώσουν, χρειάστηκε και αυτοί να διαμορφώσουν αντίστοιχους μηχανισμούς. Στη δική τους όμως περίπτωση δεν ήταν επιθυμητή μια ριζοσπαστική αλλαγή της κοινωνικής και πνευματικής τάξης του κόσμου. Ο λαός των χωρών τους έπρεπε να πολεμήσει για μια αόριστη «αρετή», όχι για ένα συμβόλαιο που θα του έδινε κάποια πολιτικά δικαιώματα με αντάλλαγμα τις υπηρεσίες του στην άρχουσα τάξη. Για τους λόγους αυτούς, στο Βερολίνο κυρίως, διαμορφώθηκε μια νέα αντίληψη για το «Έθνος» και την «πατρίδα». Μια αντίληψη λιγότερο πολιτική και ουσιαστικά μεταφυσική.

Johann Gottlieb Fichte

Johann Gottlieb Fichte (Πηγή: https://www.britannica.com/Johann-Gottlieb-Fichte )

Λίγο καιρό μετά την κατάλυση της ανεξαρτησίας της Πρωσίας από τον Ναπολέοντα, ένας Γερμανός στοχαστής, ο Γιόχαν Φίχτε (Fichte, 1762-1814), δημοσίευσε στα 1808 τους Λόγους προς το Γερμανικό Έθνος. Σε αυτούς, ενώ χρησιμοποιούσε τον γαλλικό όρο για το Έθνος (Nation) έδινε σε αυτόν διαφορετικό περιεχόμενο: στη δική του εκδοχή το Έθνος δεν ήταν μια πολιτική σύμβαση. Στη δική του θεώρηση το έθνος δεν ήταν παρά μια ενότητα ανθρώπων που συγκροτούσαν ενιαίο σώμα εξαιτίας της κοινής γλώσσας, της κοινής παράδοσης και του κοινού πολιτισμού. Η έννοια αυτή κινούνταν ανεξάρτητα από κοινωνικές ομάδες και τάξεις, ανεξάρτητα από τις όποιες εσωτερικές διαφορές. Δεν χρειαζόταν η ανατροπή της τάξης του κόσμου για την υιοθέτησή της.

Η νέα αυτή ιδέα έδινε σχεδόν μεταφυσικές ιδιότητες στον γερμανικό λαό. Εξυπακούεται ότι καθώς το υπόστρωμα αυτής της ιδέας ήταν η σύγκρουση με άλλες χώρες και λαούς ή έστω η σύγκριση μαζί τους στο παιχνίδι των ευρωπαϊκών ανταγωνισμών, σχεδόν αυτονόητα οδηγούσε στη σύγκριση με τους άλλους, τους εχθρούς ή τους γείτονες. Η σύγκριση εμπεριείχε όπως ήταν φυσικό την «αξιολόγηση». Προφανώς τα χαρακτηριστικά του γερμανικού λαού όφειλαν να είναι υπέρτερα από τα αντίστοιχα των εχθρών του ή των γύρω του αλλοεθνών. Από το σημείο αυτό δεν χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια για να διαχωριστεί ο κόσμος σε λαούς εκλεκτούς, «ανώτερους» και σε αντίστοιχους ταπεινούς, «κατώτερους». Το κριτήριο για την ταξινόμηση λαών και ανθρώπων ήταν ο «πολιτισμός».